συμψέλια

συμψέλια
συμψέλια, τά, = Lat.
A subsellia, IGRom.4.1316 ([place name] Lydia), POxy.921 Intr. (iii A.D.); written [full] συψέλια, App.Anth.5.31; [full] σεμψέλλια, PGrenf.2.111.37 (v/vi A.D.): in sg. [full] συνψέλιον, TAM2.210 ([place name] Sidyma); sympselion, Gloss.; [full] συνψέλειν, Sammelb.4292 (ostracon); [full] σεμσέλλιον, PMasp.6v.89 (vi A.D.).

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • συμψελίοις — συμψέλια subsellia neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σύνθρονο — Στη χριστιανική τέχνη ονομάζεται σ. η σειρά θρόνων στην κόγχη του Άγιου Βήματος πίσω από την Αγία Τράπεζα των ναών. Οι θρόνοι αυτοί είναι ξύλινοι ή μαρμάρινοι. Από αυτούς, ο μεσαίος που είναι και ο ψηλότερος προοριζόταν για τον επίσκοπο, οι δε… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”